sacco - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

sacco - translation to ρωσικά


sacco         
1) ( общ. ) пододеяльник (в классическом российском понимании - когда одеяло внутри пододеяльника) , боксёрская груша, боксёрский мешок, мешковина, монашеская ряса, мешок, вещевой мешок, мародёрство, ограбление, покаянная одежда
2) ( мед. ) нарыв, нагноение
3) ( разг. ) очень много, живот, мешок (об одежде)
4) ( перен. ) куча, множество
5) ( ист. ) разграбление
6) ( анат. ) сумка, мешочек
sacca         
1) ( общ. ) сумка, сума
2) ( мор. ) бухта
3) ( воен. ) мешок (окружение)
4) ( тех. ) эластичная мембрана, эластичная диафрагма, эластичный мешок
5) ( фин. ) зона
sacco alpino      
( общ. ) рюкзак

Βικιπαίδεια

Sacco
Un sacco è un contenitore realizzato in materiale flessibile, come tessuto, cuoio, plastica o carta. Lungo e stretto, aperto in alto, è l'imballaggio più utilizzato per i materiali sfusi.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για sacco
1. "La gente a Hakodate ha una lunga storia riguardo al mangiare balena, quindi i clienti cercano di provarlo". Alla domanda sulla reazione dei clienti agli hamburger di balena, un impiegato della catena ha risposto÷ "Abbiamo un sacco di turisti e anche i bambini che non l‘avevano mai mangiata prima dicono che è buona.